Όταν ο Χρύσανθος Τσουρούλλης σχεδίαζε τη σύνθεση του μετα-Νικήτα «Μεσημέρι και κάτι» πρέπει να είχε το «X- Factor» στο μυαλό του (εδώ που τα λέμε στο κανάλι του Δία, δεν έχουν και κάτι άλλο να σκεφτούν). Γιατί αλλιώς δεν εξηγείται η αψυχολόγητη κίνηση να συνδυάσει δύο διαμετρικά αντίθετους και με μηδενική χημεία δημοσιογράφους, με την ελπίδα να φτιάξει ένα συγκρότημα που θα νικήσει. Δυστυχώς, ενώ στόχευε να του βγουν «48 ώρες» του βγήκαν «Αυτή κι αυτοί» (εύκολα ένα από τα χειρότερα αυτοσχέδια συγκροτήματα που πέρασαν από το talentshow).
Όχι πως οι συνάδελφοι είναι κακοί – κάθε άλλο. Η Γωγώ Αλεξανδρινού βρίσκεται στο στοιχείο της, τη βαριά ενημέρωση, ενώ ο Χρήστος Χαραλάμπους εμφανίζεται διαβασμένος, μετρημένος και προσεκτικός. Αμφότεροι θα ήταν άψογοι ο καθένας στην εκπομπή του. Όχι,όμως, μαζί.
Η μία είναι καταξιωμένη στον χώρο της, παλιά καραβάνα, εξαιρετική στα δελτία και προερχόμενη από δική της εκπομπή, το κόψιμο της οποίας πέρασε στο ντούκου μεν, αλλά δεν παύει να είναι γεγονός (2 με 3 υπήρχε η «Ανοιχτή γραμμή» εάν θυμάστε). Ο άλλος είναι πιτσιρικάς, ζυμωμένος στο ρεπορτάζ και στα μικρά δελτία που του δίνεται (απρόσμενα είναι η αλήθεια) η ευκαιρία να αναδειχθεί μέσα από ένα δοκιμασμένο brand – και ΔΕΝ θα κάτσει για πολύ φρόνιμα (είναι ανθρώπινη φύση). Βάλ’ τους αυτούς τους δύο μαζί κι έχεις πυρήνα του ISIS στο μαλακό σου υπογάστριο, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να ενεργοποιηθεί. ΚΑΜΠΟΥΜ!
Δεν ξέρω σε τι ακριβώς εξυπηρετεί η τοποθέτηση δύο παρουσιαστών στην εν λόγω εκπομπή. Η επίσημη δικαιολογία είναι η τρίωρη διάρκεια, αλλά αυτή θα έστεκε σε περίπτωση που ο ένας συνέχιζε μόνος του την εκπομπή για να ξεκουραστεί ο άλλος εναλλάξ, όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κάθονται δύο άτομα για τρεις ώρες και καταβάλλουν -φιλότιμες είναι η αλήθεια- προσπάθειες να μην πατήσει ο ένας τον κάλο του άλλου.
Μεταξύ τους δεν επικοινωνούν, δεν αστειεύονται, θυμίζουν περισσότερο πρώην ζευγάρι που βρέθηκε αναγκαστικά στη σχολική γιορτή του παιδιού του. Και να ήταν μόνο αυτό το πρόβλημα. Στην τρίωρη-και βάλε- διάρκεια το «Μεσημέρι και κάτι» είναι παραφουσκωμένο, βαρυφορτωμένο, φλύαρο και εξουθενωτικό. Αυτό πάλι με τις μπενχούριες διάρκειες των ενημερωτικών εκπομπών σε ένα νησί 700.000 ψυχών ποτέ δεν το κατάλαβα. Τρίωρη ενημερωτική εκπομπή δεν υπάρχει ούτε καν στις ΗΠΑ όπου βγάζουν είδηση από τη Νέα Υόρκη μέχρι το τελευταίο βλαχοχώρι του Άινταχο. Όμως, στην Κύπρο, το κριτήριο της επιτυχίας για όλα είναι όπως το κυριακάτικο τραπέζι: ποσότητα, ποσότητα και ποσότητα. Γεμίζει ο άλλος τρεις ώρες προγράμματος με μια στρατιά καλεσμένων που φλυαρούν ακατάπαυστα για τετριμμένα ή ανύπαρκτα θέματα (ακόμα και τα όποια σημαντικά χάνονται μέσα στο ακατάσχετο μπλα-μπλα) και το βαφτίζει «ενημέρωση».
Για μια τρίωρη εκπομπή χρειάζονται μικρά δελτία να σπάνε τη μονοτονία, περισσότερα ρεπορτάζ, ζωντανές συνδέσεις με τον τόπο του γεγονότος, παρεμβάσεις και σχόλια συντακτών, ένθετα από ειδικούς συνεργάτες. Και όχι καλεσμένους σε αρμένικες βίζιτες να εξαντλούν τουλάχιστον τρεις φορές το θέμα, νερόβραστες τηλεφωνικές με όποιον βαριεστημένο ρεπόρτερ έτυχε να τραβήξει το κοντύτερο σπίρτο, στο ξεκούδουνο ένα δακρύβρεχτο ρεπορτάζ για τη φτωχή-οικογένεια-της-εβδομάδας, κατάλοιπο από την «Ανοιχτή Γραμμή» κι ακόμα περισσότερη φλυαρία.
Στο τέλος αισθάνεσαι όπως μετά το κυριακάτικο τραπέζι: Μπουκωμένος, ζαλισμένος και με την αίσθηση ότι κατανάλωσες πάρα πολλά μεν αλλά με ελάχιστη θρεπτική αξία.