Η κόρη και ο εγγονός του αλησμόνητου κωμικού ηθοποιού, Γιάννη Γκιωνάκη, αποκαλύπτουν προσωπικές στιγμές που πέρασαν μαζί του, αλλά και τις δικές τους ανησυχίες.
Της Μαρέλας Καδιγιαννοπούλου
Η ρήση «το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει» ισχύει τόσο στην περίπτωση της Πολύνας Γκιωνάκη, κόρης του μεγάλου κωμικού ηθοποιού Γιάννη Γκιωνάκη, όσο και του γιου της, Λευτέρη Παπανικολάου-Γκιωνάκη. Ηθοποιοί και οι δύο –αν και ο Λευτέρης σπούδασε και σκηνοθεσία, με την οποία ασχολείται περισσότερο αυτό το διάστημα–, αποδεικνύουν πώς η υποκριτική είναι καταγεγραμμένη στο DNA τους. Η Πολύνα Γκιωνάκη αυτή την περίοδο υποδύεται την Ντόρα Μάαρ, τη γυναίκα που απεικονίζεται στον πίνακα του Πικάσο «Γκουέρνικα», σ’ ένα έργο που επίσης υπογράφει, ενώ ο Λευτέρης κάνει αίσθηση μέσα από τη διαφημιστική καμπάνια μεγάλης εταιρείας ζυθοποιίας, στην οποία μαζί με τον Αργύρη Πανταζάρα αναρωτιούνται: «Ποια Στικούδη;». Εμείς συναντήσαμε μητέρα και γιο και μας μίλησαν για την προσωπική τους σχέση, για τις αναμνήσεις τους από τον πατέρα, παππού, αλλά και ηθοποιό Γιάννη Γκιωνάκη, καθώς και για τις τρέχουσες επαγγελματικές τους δραστηριότητες.
Πολύνα Γκιωνάκη
Να ξεκινήσουμε με τη θεατρική σας παράσταση, η οποία φιλοξενείται στην γκαλερί του ξενοδοχείου «St. George Lycabettus» έως τις 20 Μαρτίου. Πώς είναι, λοιπόν, το ταξίδι σας με τη «Γυναίκα της Γκουέρνικα»;
Η συνάντησή μου αυτή ήταν συγκλονιστική. Νομίζω ότι είναι ό,τι ωραιότερο έχω ζήσει στο θέατρο. Ήταν ένα θέμα το οποίο γύριζε πάρα πολλά χρόνια στο μυαλό μου, πριν καν αρχίσω να το γράφω. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση η σχέση του Πικάσο με τις γυναίκες. Έβλεπα πως όποια βρισκόταν μαζί του ή αυτοκτονούσε ή τρελαινόταν. Ήθελα, λοιπόν, ν’ ασχοληθώ με μία απ’ αυτές. Η πρώτη μου σκέψη ήταν η μόνη γυναίκα η οποία επέζησε εκείνου, η Φρανσουάζ Ζιλό, επειδή όμως δεν ταίριαζε καθόλου με τη δική μου ψυχοσύνθεση, επέλεξα τη γυναίκα που έχει απαθανατίσει στην «Γκουέρνικα», την Ντόρα Μάαρ. Ήταν φωτογράφος, μια πολύ ισχυρή προσωπικότητα, αλλά του έδωσε την ψυχή, το σώμα και το μυαλό της στο τέλος, γιατί τρελάθηκε εξαιτίας του. Δούλεψα πολύ για να φτάσω σ’ αυτό το αποτέλεσμα. Ταξίδεψα στο Παρίσι, πήγα στο Μουσείο του Πικάσο, αγόρασα και διάβασα πάρα πολλά βιβλία και νομίζω ότι ανταμείφθηκα για τον κόπο μου.
Έχει περάσει στο αίμα σας αυτή η γυναίκα;
Ναι, και την έχω αγαπήσει πάρα πολύ.
Τι σας γοήτευσε σ’ εκείνη;
Ότι μπόρεσε ν’ αγαπήσει τόσο δυνατά.
Πιστεύετε ότι οι γυναίκες δύσκολα αγαπάμε τόσο δυνατά;
Όλοι οι άνθρωποι μπορούμε ν’ αγαπήσουμε, αλλά αυτή η γυναίκα αγάπησε μέχρι τρέλας. Υποδύομαι, λοιπόν, μια ψυχασθενή.
Σας συναντάμε από την αρχή του έργου ψυχασθενή ή παρακολουθούμε και όλη την προηγούμενη πορεία αυτής της γυναίκας;
Εξ αρχής. Η παράσταση αρχίζει αφού την έχει εγκαταλείψει ο Πικάσο και τη μέρα που μαθαίνει το θάνατό του. Ήταν μια γυναίκα εκκεντρική, ποιήτρια, φωτογράφος, ζωγράφος, σουρεαλίστρια, η οποία για εκείνον έφτασε σ’ αυτό έσχατο σημείο. Έζησε το υπόλοιπο της ζωής της, μετά το θάνατό του, μέσα στο σπίτι της, με τα έργα του, χωρίς να πουλήσει κανένα.
Παρακολουθώντας τη θεατρική σας πορεία τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνει κανείς ότι σας αρέσει να καταπιάνεστε με έργα ιδιαίτερα, όχι του κλασικού ρεπερτορίου, όπως πέρυσι με τη «Γαβριέλα».
Γα να κάνω ένα έργο κλασικού ρεπερτορίου –το οποίο θα ήθελα πάρα πολύ–, θα έπρεπε να με φωνάξει ένας παραγωγός. Επειδή, λοιπόν, δε με φώναξε, αποφάσισα να κάνω μόνη μου κάποια έργα. Επέλεξα πέρυσι τη «Γαβριέλα», γιατί κι εκείνη μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση. Δεν μπορεί να είναι πόρνη και να έχει περάσει την πόρτα του Προεδρικού Μεγάρου, να έχει βραβευτεί. Δεν μπορεί να είναι από γαλαζοαίματη οικογένεια της Ρωσίας και να έρθει στην Ελλάδα για να γίνει πόρνη. Είχε κάτι αυτή η γυναίκα, που μου έκανε «κλικ» στο μυαλό. Υπάρχουν πολλές ακόμη τέτοιες ιδιαίτερες προσωπικότητες.
Που φαντάζομαι ότι τις έχετε στο μυαλό σας.
Τις έχω, αλλά θα ήθελα πια να παίξω ένα έργο που να μην το έχω γράψει εγώ. Γιατί η δουλειά μου είναι πάνω απ’ όλα ηθοποιός. Τώρα, αν έχω και το ταλέντο να γράφω, αυτό είναι κάτι άλλο.
Η γυναίκα που υποδύεστε τώρα «πλημμυρίζει» από έρωτα και πάθος. Εσείς είστε έτσι;
Νομίζω πως ναι. Κι εγώ πλημμυρίζω από συναίσθημα.
Πώς αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός;
Είναι μια ερώτηση που μου την κάνουν συχνά και πρέπει να πω πως από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έλεγα πως όταν μεγαλώσω θα γίνω ηθοποιός. Δε σκέφτηκα ποτέ να κάνω άλλη δουλειά. Μέσα στο θέατρο γεννήθηκα, ήταν ίσως στο DNA μου. Δεν ξέρω. Τη λατρεύω τη σκηνή, αγαπάω το θέατρο.
Ο πατέρας σας σάς ωθούσε προς αυτή την κατεύθυνση ή ήταν αρνητικός, όπως αρκετοί ηθοποιοί με τα παιδιά τους;
Ο πατέρας μου ήθελε να είμαι ευτυχισμένη, όπως οι περισσότεροι γονείς. Από εκεί και πέρα, είχε και τον εγωκεντρισμό να λέει «Αν βγεις στο θέατρο, θα μείνει το επίθετό μου, αφού δεν έκανα γιο». Ο πατέρας μου αγαπούσε το θέατρο. Δεν είναι δυνατόν ν’ αγαπάς το θέατρο και ν’ αποτρέψεις το παιδί σου να το επιλέξει. Μου είχε πει, φυσικά, πόσο γερό στομάχι θα χρειαζόταν να έχω.
Σας χρειάστηκε το γερό στομάχι;
Πάρα πολύ! Πιστεύω ότι στα παιδιά των ηθοποιών χρειάζεται τρεις φορές πιο δυνατό στομάχι απ’ ό,τι στους άλλους ηθοποιούς.
Τελικά, είναι δύσκολο να είστε κόρη ενός γνωστού και αγαπημένου ηθοποιού όπως ο Γιάννης Γκιωνάκης;
Ναι, γιατί δε σε βλέπουν ως αυτόνομη προσωπικότητα, αλλά ως κόρη κάποιου. Πρέπει να φύγεις από το «είμαι η κόρη του Γιάννη Γκιωνάκη» και να πεις «είμαι η Πολύνα Γκιωνάκη».
Πολλές φορές θεωρούμε ότι τα πράγματα σε σας έρχονται πιο εύκολα, ότι βρίσκεστε ανοιχτές τις πόρτες.
Ίσα-ίσα, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα για τα παιδιά των ηθοποιών.
Μπήκατε στη διαδικασία ν’ αποδείξετε στον εαυτό σας ότι είστε η Πολύνα Γκιωνάκη και όχι η κόρη του πατέρα σας;
Προσπαθώ χρόνια.
Αυτό δε σας «τρώει»;
Με κουράζει και μου κλέβει ενέργεια.
Θα ήταν ευχαριστημένος ο πατέρας σας αν ζούσε και έβλεπε όλα αυτά που έχετε κάνει ή ήταν αυστηρός μαζί σας;
Αυστηρός ήταν, αλλά πιστεύω ότι για την παράσταση που κάνω φέτος θα ήταν πολύ περήφανος.
Έχετε κρατήσει στιγμές που ίσως ο πατέρας σας σάς έχει στεναχωρήσει ή πληγώσει;
Χιλιάδες φορές.
Συνήθως για ποια πράγματα σας στεναχωρούσε;
Δεν υπάρχει παιδί που να μην έχει παράπονο από το γονιό του. Και το γιο μου αν ρωτήσεις, κάτι θα βρει να σου πει, αν κι εγώ θεωρώ πως έκανα ό,τι μπορούσα. Δε γεννιόμαστε ούτε μας διδάσκει κανείς πώς να είσαι σωστή μητέρα και σωστός πατέρας. Το ένστικτό μας μας οδηγεί. Πιστεύω πως όλα τα παιδιά έχουν παράπονα, μέσα σ’ αυτά είμαι κι εγώ.
Έχετε μια τρυφερή στιγμή να μας διηγηθείτε με τον πατέρα σας;
Δε θα την έλεγα τρυφερή, αλλά ότι εκείνη τη στιγμή είχα σκεφτεί, «Αχ, Θεέ μου, πόσο με αγαπάει». Παίζαμε μαζί στο θέατρο «Μπρόντγουεϊ» και μάλιστα ήταν η τελευταία χρονιά που έπαιξε. Τότε η σκηνή ήταν κυκλική και ο τεχνικός έκανε ένα λάθος και τη γύρισε ανάποδα. Οπότε, άρχισαν να πέφτουν δοκάρια κι εγώ ήμουν στη σκηνή. Φαντάστηκαν ότι θα έχω φύγει ή πως θα έχει κλείσει η αυλαία. Όμως, εγώ έμεινα κι άρχιζα να παίζω. Υπήρξε μια αναστάτωση και ακούστηκε στο καμαρίνι του. Βλέπω, λοιπόν, ξαφνικά τον πατέρα μου, να έχει κατέβει στην πλατεία για να δει τι συμβαίνει. Αυτό ήταν για μένα μια στιγμή που έχει γράψει ιδιαίτερα στην ψυχή μου.
Αγαπάτε την κωμωδία όπως ο πατέρας σας;
Πάρα πολύ και παρόλο που παίζω δράμα φέτος, είμαι πολύ κωμική ηθοποιός.
Είχατε στο μυαλό σας ότι θα κάνατε μια καριέρα γεμάτη, σαν του πατέρα σας, όταν ξεκινούσατε και φαντάζομαι τον είχατε πρότυπο;
Όχι, δεν ήθελα να έχω τον πατέρα μου πρότυπο και να λέω ότι θα κάνω τη δική του καριέρα, ήθελα να κάνω τη δική μου. Πιστεύω ότι βρέθηκα σε λάθος εποχή, που ο κινηματογράφος είχε μπει σε φάση παρακμής. Έπειτα μου συνέβη κάτι προσωπικό, που με ανάγκασε να λείψω από το χώρο για κάποια χρόνια. Το ξεπέρασα όμως και επέστρεψα. Όταν σταματάς, είναι δύσκολο να επανέλθεις. Αυτό όμως που θέλω, δεν είναι να είμαι μια ηθοποιός αναγνωρίσιμη ή να τη βλέπουν στην τηλεόραση, μ’ ενδιαφέρει να κάνω καλές δουλειές, να είμαι ευτυχισμένη όταν βρίσκομαι στη σκηνή.
Σας ενοχλεί που θέλουμε ν’ ακούμε από σας ιστορίες που αφορούν τον Γιάννη Γκιωνάκη;
Αυτό που με στεναχωρεί, είναι να θέλω να μιλήσω για τη δουλειά που κάνω και να με ρωτούν πάντα για τον πατέρα μου. Τα έχω πει πια όλα. Έχω γράψει βιβλίο και είναι πολλά ακόμη που δεν έχω πει και θέλω να τα κρατήσω για μένα.
Θεωρείτε λάθος επαγγελματική επιλογή τις βιντεοκασέτες;
Έχω κάνει πάρα πολύ λίγες. Στο παρελθόν αναφέρθηκαν κάποιοι σ’ αυτό το θέμα, λέγοντας ότι θα με κυνηγάει η βιντεοκασέτα. Γιατί να κυνηγήσει εμένα η βιντεοκασέτα και να μην κυνηγήσει σήμερα όλους τους πρωταγωνιστές του ελληνικού θεάτρου –και πολύ καλούς ηθοποιούς κατά τη γνώμη μου– η κακή τηλεόραση που κάνουν; Γιατί δεν αναφερόμαστε σ’ αυτό; Όμως, η κακή τηλεόραση τους δίνει πολλά εισιτήρια στο θέατρο. Εγώ είχα κάνει τρεις βιντεοταινίες. Είναι κουτό να το λέμε αυτό.
Χαρήκατε που ο γιος σας ακολούθησε τον καλλιτεχνικό δρόμο;
Πηδάω από τη χαρά μου, γιατί έχω τη ματιά να καταλάβω ότι έχει ταλέντο. Και είναι αμαρτία ένας άνθρωπος με πολύ ταλέντο ν’ ασχοληθεί με κάτι άλλο.
Έχετε ίδια στοιχεία στο χαρακτήρα με το γιο σας;
Θεωρώ το γιο μου πολύ πιο έξυπνο, αλλά ευαίσθητο σαν εμένα, Εκείνος, λόγω εξυπνάδας, χειρίζεται καλύτερα τα πράγματα. Ξέρει να κόβει από την αρχή το κακό.
Να βρεθείτε μαζί στη σκηνή ή να σας σκηνοθετήσει θέλετε;
Του το έχω πει χιλιάδες φορές, δεν ήθελε και το κατανοώ, γιατί τα παιδιά πολλές φορές αισθάνονται ότι οι γονείς τους τα «καπελώνουν» – κι εγώ όταν ήμουν μικρή δεν ήθελα να δουλεύω με τον πατέρα μου. Τώρα πια μεγάλωσε εκείνος, μίκρυνα εγώ, οπότε νομίζω ότι είμαστε σε καλή φάση για να συνεργαστούμε!
Τι σας γοητεύει στο σύντροφό σας, Δημήτρη Κολλάτο;
Η προσωπικότητα, η ευφυία και η καλοσύνη του. Τον θαυμάζω ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο.
Πόσα χρόνια είστε μαζί;
Έξι επεισοδιακά χρόνια.
Γιατί το λέτε αυτό;
Γιατί όλα αυτά τα χρόνια υπάρχει πολλή ένταση. Όταν δυο άνθρωποι είναι πολύ ερωτευμένοι, δε γίνεται να μην υπάρχει πάθος και ένταση.
Θα θέλατε να κάνετε το επόμενο βήμα; Σκέφτεστε το γάμο;
Εκείνος μπορεί να το ήθελε. Να σας πω κάτι; Εμένα όλοι οι άνδρες με ζητούσαν σε γάμο! (γέλια) Θέλω κάποια στιγμή στη ζωή μου να μείνω χωρίς τη δέσμευση του γάμου. Είμαι παντρεμένη από 17 χρόνων. Παντρεύομαι, χωρίζω, παντρεύομαι, χωρίζω. Για να μιλήσουμε όμως και πιο σοβαρά, πιστεύω πως παντρεύεσαι έναν άνθρωπο περισσότερο για να κάνεις παιδιά. Ο Δημήτρης έχει τρία παιδιά κι εγώ έναν υπέροχο γιο.
Η διαφορά ηλικίας που έχετε σας άγχωσε ποτέ μέσα σ’ αυτά τα χρόνια της σχέσης σας;
Είναι επιλογή μου να είμαι με μεγαλύτερους άνδρες. Σίγουρα δεν έτυχε. Ίσως είναι κάποιο father complex. Αισθάνομαι, πάντως, πιο ασφαλής, ότι έχω πράγματα να μάθω και να πάρω στο πλευρό ενός μεγαλύτερου άνδρα.
Λευτέρης Παπανικολάου-Γκιωνάκης
Μητέρα ηθοποιός, πατέρας ο σκηνοθέτης Μιχάλης Παπανικολάου. Δεν είχες πολλά περιθώρια να ξεφύγεις από το χώρο.
Δε γινόταν να ξεφύγω. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που όλοι έκαναν αυτή τη δουλειά, οπότε ήταν σίγουρο ότι θα έκανα κάτι αντίστοιχο.
Είχε «ποτίσει» το DNA σου;
Δεν είχα άλλα ερεθίσματα ως παιδί, για να έχω την ευχέρεια να μου αρέσει κάτι άλλο.
Έλεγες από μικρός «Εγώ θα γίνω ηθοποιός»;
Δεν ήξερα τι ακριβώς. Ηθοποιός, σκηνοθέτης, κάτι μέσα σ’ όλα.
Αρχικά σπούδασες σκηνοθεσία.
Ίσως γιατί μ’ αρέσει περισσότερο.
Γιατί;
Προφανώς, επειδή στη σκηνοθεσία έχεις τον έλεγχο. Όμως, μόλις τελείωσα τις κινηματογραφικές μου σπουδές, σπούδασα και υποκριτική, γιατί μ’ αρέσουν και τα δύο. Και φωτογραφία κάνω και ό,τι προκύπτει το κυνηγάω.
Γιατί κάθε χρόνο πρέπει να ψάχνεις τι θα κάνεις. Η ανασφάλεια δε σε απέτρεψε;
Καθόλου. Δε θα μπορούσα να είμαι υπάλληλος. Μου φαίνεται βαρετό. Γνώριζα ότι θα βρίσκομαι συνεχώς σ’ αυτή την κατάσταση και πως στην αρχή μπορεί να είχε πλάκα, μεγαλώνοντας όμως θα με άγχωνε περισσότερο. Πλέον τίποτα δεν είναι σίγουρο, οπότε καλύτερα να έχω εγώ τον έλεγχο.
Όταν θέλεις να σκηνοθετήσεις, επιλέγεις πρώτα τα έργα ή τους συνεργάτες;
Πρώτα το έργο. Δεν έχω συγκεκριμένες προτιμήσεις, ό,τι μ’ αρέσει το επιλέγω, γιατί το διασκευάζω κιόλας. Τελευταίους αφήνω τους ηθοποιούς.
Ποια έργα σε ελκύουν;
Δεν κάνω κωμωδίες. Μ’ αρέσουν έργα με κοινωνικό μήνυμα και λίγα πρόσωπα. Έχει περισσότερο ενδιαφέρον, καθώς μπορείς ν’ αναπτύξεις τους χαρακτήρες.
Έχεις κάνει πολλά διαφημιστικά, αλλά στο τελευταίο, με τον Αργύρη
Πανταζάρα, κάνετε αίσθηση.
Κάνω διαφημιστικά από το 2004 και δε σου κρύβω ότι στην αρχή μου άρεσαν. Τώρα τα κάνω και γιατί μου αρέσουν, αλλά και γιατί έχουν καλές απολαβές.
Τώρα όμως έχεις κάνει «μπαμ», καθώς σε ζητούν περισσότερο. Πώς σου φαίνεται αυτό;
Ωραίο είναι, αλλά τα έχω απομυθοποιήσει όλα αυτά, επειδή τα ζούσα με τον παππού μου. Μ’ ενδιαφέρει να πηγαίνει καλά η δουλειά κι αυτό που κάνω να μ’ αρέσει.
Του παππού σου του είχες αδυναμία;
Όπως όλα τα παιδιά στους παππούδες τους.
Εκείνος;
Δεν ξέρω. Φαντάζομαι ναι, γιατί μου έδειχνε πολύ αγάπη.
Έχεις μεγαλώσει μέσα στο θέατρο, φαντάζομαι πως τον έχεις δει να παίζει.
Τις τελευταίες του δύο χρονιές τις θυμάμαι καλά.
Έβλεπες τον παππού σου στη σκηνή ή τον Γιάννη Γκιωνάκη;
Τον παππού μου. Τον Γιάννη Γκιωνάκη τον είδα πολύ μετά. Μου άρεσε, γιατί είχε μια άνεση που εγώ δεν έχω. Όταν τον έβλεπα εγώ ήταν ήδη 47 χρόνια στη δουλειά. Μπορούσε να ελιχθεί και ν’ αυτοσχεδιάσει, κι αυτό είχε ενδιαφέρον.
Τον βλέπεις τώρα στις ταινίες του και ίσως θέλεις να «κλέψεις» κάποια υποκριτικά του στοιχεία;
Τις βλέπω τις ταινίες, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση ν’ αντιγράψω έστω και το ελάχιστο. Δε θα μου έβγαινε σε καλό.
Θέλεις ή επιδιώκεις ένα ρόλο στο θέατρο ή την τηλεόραση;
Από τότε που ξεκίνησα να δουλεύω, από το πρώτο έτος της σχολής ως βοηθός παραγωγής, πάντα υπήρχαν περίοδοι που έλεγα συνέχεια «όχι» ή συνέχεια «ναι».
Γιατί;
Γιατί είναι περίεργη αυτή η δουλειά. Στην ηλικία των 23 χρόνων πού να ξέρεις τι θα σου κάνει καλό και τι όχι; Ή θα λες «ναι», καθώς αρχίζεις και γλυκαίνεσαι κάνοντας μια ωραία δουλειά και κερδίζοντας χρήματα, ή θα λες «όχι», γιατί δε σ’ αρέσουν αυτά που σου προτείνουν. Τώρα ξέρω να διαλέγω. Μακάρι να μου τύχει κάτι. Το επιδιώκω είναι σχετικό: ούτε στέλνω βιογραφικά ούτε παίρνω τηλέφωνα.
Σ’ ενοχλεί που δίπλα από το όνομά σου κολλάνε το «εγγονός του Γκιωνάκη»;
Όχι. Είναι απόλυτα λογικό. Δε γίνεται να το αποβάλω ούτε θέλω. Θα ήταν υποκριτικό.
Η μητέρα σου ανέφερε ότι χάρηκε όταν της ανακοίνωσες ότι θέλεις ν’ ασχοληθείς με το χώρο.
Νομίζω ότι όσοι είναι ηθοποιοί, σκηνοθέτες, ακόμη και δημοσιογράφοι, θέλουν τα παιδιά τους ν’ ακολουθήσουν το επάγγελμά τους. Εμένα η μητέρα και ο πατέρας μου δε μου είπαν ότι δε θέλουν, αλλά δεν έδειξαν και ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Ίσως να έδειξαν αργότερα, όταν κατάλαβαν ότι δεν ήταν απλώς μια τρέλα που είχα στα 17 μου.
Μπήκαν στη διαδικασία να σου ανοίξουν μια πόρτα;
Όχι ιδιαίτερα, γιατί κι εγώ ήθελα συγκεκριμένα πράγματα.
Η μητέρα σου ήταν καλή μαμά;
Δεν ήταν αυστηρή.
Διάβαζες;
Καθόλου! Πέρασα δύσκολη εφηβεία. Όμως είχα και έχω καλή σχέση με τη μητέρα και τον πατέρα μου, είμαστε cool ως οικογένεια.
Να τη σκηνοθετήσεις θέλεις;
Λέμε να το κάνουμε του χρόνου. Προσπαθήσαμε φέτος, αλλά δε λειτούργησε για διάφορους λόγους.
Θα είσαι περισσότερο αυστηρός μαζί της;
Είμαι γενικά αυστηρός, γιατί πριν πάω στην πρόβα ως σκηνοθέτης, πάντα ξέρω ακριβώς τι θέλω. Ίσως επειδή είναι μητέρα μου, πρέπει να «ματώσει» λίγο περισσότερο, αλλιώς θα χαθεί το μέτρο.
Ποια είναι τα όνειρα και οι στόχοι σου;
Τα όνειρα τα κάνεις για να κοιμηθείς, τους στόχους τους βάζεις όταν ξυπνάς. Αυτή η χρονιά έχει μια ροή και μου έχει φέρει τα πράγματα που ήθελα. Ετοιμάζω τη μεγάλου μήκους κινηματογραφική μου ταινία και θέλω να ετοιμάσω και το θεατρικό μου για του χρόνου.
Επιμέλεια: Χρήστος Αλεξανδρόπουλος
Μακιγιάζ-χτένισμα: Χριστίνα Ζώη (D-Tales)
Συνεργασία Styling: Δήμητρα Σπυροπούλου
Ευχαριστούμε τα καταστήματα «Αβαξ/Molteni &C» και «Roche Bobois» γιατ η φιλοξενία (Λ. Κηφισιάς 248, Χαλάνδρι, τηλ. 210 6711700, www.roche-bobois.com, Λ. Κηφισιάς 248, Χαλάνδρι, τηλ. 210 6720170, www.avaxdeco.gr)